Το Εργαστήρι γεννήθηκε πολύ πριν από είκοσι χρόνια. Το ξέρω γιατί ήμουν εκεί, από την αρχή. Δεν τα θυμάμαι όλα, αλλά θυμάμαι σκηνές με τους γονείς μου και με άλλα κατοπινά μέλη του Εργαστηρίου να χορεύουν με την ψυχή τους σε σπίτια, σε γλέντια, σε Κοινότητες στην Αγγλία, σε γιορτές, σε αυλές, σε σαλόνια και δρόμους. Να χορεύουν με κάθε ευκαιρία, να γελάνε, να μοιάζουν ευτυχισμένοι. Ήταν όλο πανηγύρια και μαζώξεις, μέχρι που αυτό δεν έφτανε… έπρεπε να γίνεται πιο συχνά, πιο οργανωμένα. Έπρεπε από κάπου να συνεχίσουν να μαθαίνουν, να υπάρχουν προκλήσεις και κίνητρα, να δημιουργηθεί άλλη μια μικρή Κοινότητα. Κι έτσι γεννήθηκε το Εργαστήρι… Από εκεί και πέρα την ιστορία την ξέρουν όλοι ‒ ή τουλάχιστον τη μαθαίνουν φέτος, με τα 20χρονα.
Δεν το επέλεξα, λοιπόν, αλλά μεγάλωσα μέσα σ’ αυτό. Κι όπως μεγάλωνα εγώ, μεγάλωνε κι εκείνο. Τους ίδιους γονείς έχουμε. Σαν αδερφάκι. Από αυτά που μπλέκονται μέσα στα πόδια σου, κλέβουν την προσοχή και τα ζηλεύεις. Αλλά όσο δεν τα έβαλα με τα μικρά μου αδέρφια, τα έβαλα μ’ αυτό, με το μεγάλο μου αδερφάκι. Γιατί, σε αντίθεση με μας, το Εργαστήρι όσο αναπτυσσόταν απαιτούσε ακόμη περισσότερη ενέργεια, χρόνο και φροντίδα. Απορροφούσε από τα μέλη του, έδινε όμως και πίσω σ’ αυτά. Έδινε όλα αυτά που έζησαν όλοι μέσα σ’ αυτό: τη συντροφικότητα, τον σκοπό, το πάθος, τη διαφυγή, τη χαρά, μα πάνω απ’ όλα τις ευκαιρίες. Το έδαφος να χτίσει όποιος θέλει το μικρό του όνειρο, βάζοντας το δικό του μικρό λιθαράκι. Να τραβήξει πρώτος έναν χορό, να παίξει μουσική για πρώτη φορά, να τραγουδήσει (έξω από το μπάνιο), να μεταδώσει το δικό του ταλέντο σε άλλους, να γνωρίσει κόσμο πέρα από τη σφαίρα του, να ταξιδέψει, να αγαπήσει, ακόμα και να ερωτευτεί.
Κι έτσι δημιουργήθηκε μια κάπως μεγαλύτερη οικογένεια από τις συνηθισμένες, στην οποία εγωισμοί και επάρσεις συνήθως δεν χωράνε, δεν αντέχουν, αποβάλλονται. Μια οικογένεια με προστριβές, με προσθήκες και απώλειες, με ανείπωτες χαρές και βαθιές απογοητεύσεις. Αλλά κυρίως ένα ζωντανό σώμα. Αυτό είναι το Εργαστήρι: ένα ζωντανό, ένα παλλόμενο σώμα.
Όσο για μένα, με λένε Ιωσηφίνα και πάλεψα κάποια στιγμή στη ζωή μου να αποξενωθώ από αυτό, να διαχωρίσω τον εαυτό μου, τον χαρακτήρια μου, τη ΔΙΚΗ ΜΟΥ πυρηνική οικογένεια από αυτό το τέρας που τα απορροφούσε όλα. Το κοίταξα κατάματα κάποια στιγμή και συνειδητοποίησα πως σε καμιά περίπτωση αυτός ο χώρος κοινωνικής προσφοράς δεν με προετοίμασε για τον έξω κόσμο, δεν μου έδωσε εφόδια για το τι θα συναντήσω, δεν με όπλισε με επιχειρηματικότητα, με θράσος, με υγιή ανταγωνιστικότητα… Όχι, σε καμιά περίπτωση δεν το έκανε αυτό.
Όμως η δική μου πυρηνική οικογένεια έχει ταξιδέψει μαζί σε πολλές χώρες, έχει περάσει απίστευτες ώρες σε πρόβες και προετοιμασίες, έχει δυο γονείς χωρίς απωθημένα, γιατί τόλμησαν να στήσουν το όνειρό τους, έχει φιλοξενήσει σπίτι της κάθε Χριστούγεννα ονειροπαρμένους Ευρωπαίους (vegan και μη), έχει ανοίξει πόρτες σε ανθρώπους που έχουν γίνει κομμάτι της, έχει γίνει Κέντρο Διερχομένων ‒ όχι το Εργαστήρι, το σπίτι μας δίπλα. Αν προσπαθήσω λοιπόν, να φανταστώ ποια θα είναι η σχέση μου με το Εργαστήρι σε δέκα χρόνια, θα ήθελα να ελπίζω πως θα είναι ακόμα εκεί. Γιατί συμπεριλαμβάνει τους φίλους που έχτισα μέσα από αυτό, που είναι και οι μόνοι πραγματικοί μου φίλοι. Θα είναι ακόμα το καταφύγιο, η παρηγοριά και η ανάσα μου, η υπενθύμιση πως φτάνει να ονειρευτείς κάτι για να πάρει σάρκα και οστά. Θα ήθελα να είναι ακόμα εκεί το σπίτι και η οικογένειά μου…