Ήμουν 9 χρόνων, όταν η μητέρα μου μου είπε ότι γνωρίζει κάποιον κύριο Παναγιώτη, που διδάσκει παραδοσιακούς χορούς κάθε Τρίτη απόγευμα στο σχολείο μου, το Δημοτικό Σχολείο Αγίων Ομολογητών, και μου πρότεινε να ξεκινήσω μαθήματα. Για να είμαι ειλικρινής, μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα καμιά ουσιαστική επαφή με τους παραδοσιακούς χορούς ή την παράδοση, γενικότερα, και γι’ αυτό δίστασα αρχικά. Ευτυχώς για εμένα, η μητέρα μου επέμεινε και με έπεισε να δοκιμάσω, παρακολουθώντας ένα τουλάχιστον μάθημα, καθώς τότε, έχοντας σταματήσει το μπαλέτο, έψαχνα να ασχοληθώ με άλλα είδη χορού, χωρίς ωστόσο να βρίσκω κάποια σχολή χορού που να μου αρέσει.
Έτσι, ένα απόγευμα Τρίτης, πήγα να παρακολουθήσω, δοκιμαστικά, ένα μάθημα. Μπαίνοντας, αντίκρισα έναν κύκλο από μικρά παιδιά, σαν κι εμένα, που βρίσκονταν εκεί επειδή ήθελαν να χορέψουν και να περάσουν όμορφα το απόγευμά τους. Με καλωσόρισαν με ζεστασιά και κανένα δεν με κοίταζε περίεργα ούτε ανταγωνιστικά, κι αυτό ήταν που με κέρδισε.
Πού να ήξερα τότε ότι οι δάσκαλοί μου και τα φιλικά πρόσωπα εκείνα, που κρατούσαν χεράκια σε έναν όμορφο, μεγάλο κύκλο, θα γίνονταν μέσα στα επόμενα χρόνια οικογένειά μου! Πού να ήξερα ότι η Μαρία (η Σάββα!), που μου μάθαινε τότε χορούς της Κύπρου και τον τρόπο που χορεύονται οι γυναικείοι καρτσιλαμάδες στο Λευκόνοικο, θα γινόταν στη συνέχεια μια από πιο καλές μου φίλες, με τις οποίες μάλιστα θα χορεύαμε ως ζευγάρι τους χορούς αυτούς τόσες και τόσες φορές, σε εκδηλώσεις και παραστάσεις!
Έχουν περάσει δεκατέσσερα χρόνια από εκείνο το πρώτο μάθημα, μέσα στα οποία οι Τρίτες μου δεν έπαψαν να είναι αφιερωμένες στο Εργαστήρι. Από την παιδική ομάδα στην εφηβική, και από την εφηβική στην ομάδα ενηλίκων… και πίσω στην παιδική! Γιατί, όταν έκλεισα τα 18 μου χρόνια και «αποφοίτησα» από την εφηβική ομάδα, μου ζητήθηκε να βοηθήσω στη διδασκαλία των παιδικών ομάδων. Έτσι, επέστρεψα στην αρχή, στις παιδικές ομάδες. Αυτή τη φορά, όμως, τα μαθήματα άρχισαν δίπλα σε μια από τις καλύτερές μου φίλες, η οποία με ιστοριούλες και τραγουδάκια έδειχνε σε μια ομάδα μικρών παιδιών με χαμογελαστά προσωπάκια τα πρώτα τους χορευτικά βήματα…
Με την εμπειρία της χοροδιδασκάλισσας είχα –και έχω ακόμα– την τύχη να ζω στιγμές συγκίνησης και περηφάνιας. Κατάλαβα πόσο μαγική είναι η διαδικασία της διδασκαλίας, η οποία σε ανταμείβει με πολλούς τρόπους: δεν είναι μόνο η βαθύτερη κατανόηση και εκτίμηση της παράδοσης, είναι και όλα εκείνα τα μαθητούδια που θα γνωρίσεις και θα αγαπήσεις!
Παράλληλα, η εμπλοκή μου στο Εργαστήρι εξελίχθηκε και μέσω των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, ξεκινώντας από τη συμμετοχή μου σε προγράμματα στη Δανία, στη Σουηδία και έπειτα στην Κύπρο, με το «Vibes of Life». Επιπλέον, το «Vibes of Life» μου πρόσφερε την ευκαιρία να εμπλακώ στην υποστήριξη και οργάνωση του συγκεκριμένου προγράμματος. Έτσι έζησα πολλές ακόμα ξεχωριστές εμπειρίες, τόσο από το «κέντρο της σκηνής» όσο και από τα «παρασκήνια», αποκτώντας φιλίες, γνώσεις και δεξιότητες που με βοήθησαν να μεγαλώσω και να ωριμάσω.
Δυσκολεύομαι να ορίσω το Εργαστήρι μόνο με μία λέξη, μόνο ως ένα πράγμα. Το Εργαστήρι είναι η οικειότητα που νιώθεις κάθε φορά που βρίσκεσαι στον χώρο του Αρχοντικού, κοντά στους ανθρώπους που δίνουν ζωή στον οργανισμό αυτό. Είναι η ελευθερία και η προτροπή να εκφράσεις τον εαυτό σου, το ποιος πραγματικά είσαι, χωρίς κανέναν δισταγμό. Μα, πάνω απ’ όλα, το κύριο χαρακτηριστικό του Εργαστηρίου είναι οι άνθρωποί του. Οι άνθρωποι που αφιερώνουν σε αυτό τον χρόνο τους, το πάθος τους και την αγάπη τους, ώστε αυτό να μεγαλώσει και να εξελιχθεί.
Αυτοί οι άνθρωποι, που τους αποκαλώ οικογένειά μου, αυτοί είναι το Εργαστήρι. Αυτοί με τους οποίους πέρασα εκείνο το αξέχαστο καλοκαίρι στην Ιταλία, μοιράζοντας ιστορίες γύρω από τον «Κύκλο του Μυστηρίου», χορεύοντας ταραντέλλα πάνω στο καράβι για να περάσει η ώρα και «παντρεύοντας» τις φίλες μου με τα ιταλόπαιδα που μας φιλοξενούσαν. Οι φίλες με τις οποίες έκανα μαζί τα περισσότερα ταξίδια, με τις οποίες πέρασα μαζί τα περισσότερα καλοκαίρια και με τις οποίες χορέψαμε, τραγουδήσαμε, γελάσαμε και κλάψαμε σε αμέτρητες πρόβες και παραστάσεις, σε γενέθλια και αποφοιτήσεις, σε δύσκολες στιγμές… Οι φίλες που βρίσκονται πάντα στο πλάι μου και βαδίζουν μαζί μου, στα μικρά και στα μεγάλα, στα καλά και στα κακά. Αυτές οι φίλες που μου χάρισε το Εργαστήρι, αυτές είναι το Εργαστήρι…
Το Εργαστήρι με διαμόρφωσε στο άτομο που είμαι σήμερα με τρόπους που ποτέ δεν φανταζόμουν. Είναι πλέον ένα κομμάτι του εαυτού μου, καθορίζοντάς με σαν άτομο και σαν χαρακτήρα. Είναι ένα τεράστιο μέρος της ζωής μου και οι ευχάριστες, δημιουργικές στιγμές της καθημερινότητάς μου. Επομένως, όταν φαντάζομαι τον εαυτό μου σε δέκα, σε είκοσι, σε τριάντα χρόνια, δεν μπορώ να μη φαντάζομαι μαζί και το Εργαστήρι, εκεί, στη γειτονιά των Αγίων Ομολογητών, γεμάτο μουσικές, γέλια και χορό, με τους δύο αγαπημένους μου δασκάλους (που μου έμαθαν και μου έδωσαν τόσα πολλά, και γι’ αυτό τους έχω απέραντη ευγνωμοσύνη και αγάπη) και τους φίλους μου, την οικογένεια μου. Εκεί, στο δεύτερό μου σπίτι.