Ήμασταν ένα βράδυ πριν από είκοσι περίπου χρόνια, στο σπίτι της αδελφής μου, όταν η Χριστιάνα και ο Παναγιώτης μάς μίλησαν για τα… χορευτικά τους σχέδια, για το τέταρτό τους παιδί, το Πολιτιστικό Εργαστήρι Αγίων Ομολογητών. «Θα μπορούμε να βρισκόμαστε και να χορεύουμε όπως τότε, στον Χορευτικό Όμιλο της Ακαδημίας», είπε η Χριστιάνα.
Τέλεια! Δεν υπήρχε περίπτωση να μη συμμετείχα σ’ αυτό… Έτσι έγινα κι εγώ μέλος του Εργαστηρίου και συνταξιδιώτισσά τους. Χόρευα με φίλες και φίλους και δίδασκα για αρκετά χρόνια μικρά παιδιά. Το πιο συγκινητικό είναι που τα κοριτσάκια μου, στην Α΄ τάξη του Δημοτικού τότε, χορεύουν σήμερα μαζί μας στην ομάδα ενηλίκων, διδάσκουν χορούς, αγαπούν το Εργαστήρι. Σίγουρα κανένας μας δεν είχε τότε φανταστεί τη σημερινή εξέλιξη αυτού του οργανισμού.
Το Εργαστήρι είναι για μένα μια αυθεντική και σταθερή αξία στα πολιτιστικά δρώμενα της Λευκωσίας. Από την πρώτη κιόλας παράσταση, το 2000, ήταν ξεκάθαρα τα χαρακτηριστικά του: ο σεβασμός και η ευθύνη απέναντι στην παράδοση, αλλά και η μετάδοσή της, το βαθύτερο ψάξιμο των παραδοσιακών χορών πέρα από τα βήματα (δημιουργία, ύφος, συναίσθημα, στάση), η χαρά του να χορεύεις μόνος σου ή με άλλους, η δημιουργία σχέσεων φιλίας. Όλα αυτά για εμένα είναι ήχοι, μελωδίες, στίχοι, εικόνες, χρώματα, σχήματα, μυρωδιές, γεύσεις, γέλια, συζητήσεις, διαφωνίες, συναισθήματα, εμπειρίες μοναδικές…
Μια από αυτές ήταν το 2015, στο θεατράκι του Προεδρικού, στην παράσταση «Άγγιγμα Ψυχής», μια παράσταση που άγγιξε με μοναδικό τρόπο την ψυχή μου. Δάκρυσα στις τελευταίες φράσεις του κειμένου της αγαπημένης μας Μαρίας Παπανδρέου: «Ύψωσα την ψυχή μου, μην πνιγεί… Ύψωσα την ψυχή μου, ν’ αξίζει το ταξίδι…». Και ναι, αξίζει το ταξίδι αυτών των είκοσι χρόνων στο Εργαστήρι, και θα το συνεχίσω για άλλα είκοσι! Να μας έχει ο Θεός καλά, πάντα ν’ ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε…